Η Ιστορία της Αμοργού
Ο Σιμωνίδης, ο περίφημος αρχαίος λυρικός ποιητής, ήταν Αμοργιανός. Ο Σιμωνίδης ήταν ο συγγραφέας του επιτάφιου επιγράμματος στις Θερμοπύλες, στον τάφο των οπλιτών της Σπάρτης που έπεσαν υπερασπιζόμενοι την Ελλάδα ενάντια στην Περσική εισβολή. Ας θυμίσουμε και το επίγραμμα: "Ώ ξειν, αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα, τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι".
Η Αμοργός κατοικήθηκε από τους προϊστορικούς χρόνους. Οι τάφοι που ανακαλύφθηκαν χρονολογούνται στο 3300 πΧ. Ήδη από την Πρώιμη Κυκλαδική περίοδο υπήρχαν στην Αμοργό τρεις μείζονες οικισμοί, κάθε ένας από αυτούς εποικισμένος από κατοίκους διαφορετικής προέλευσης. Η Αρκεσίνη, που υπάρχει με το ίδιο όνομα και σήμερα, στο νότιο
|
Φωτογραφία δεξιά: Κεφάλι από Κυκλαδικό ειδώλιο στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Κεφάλι με πλαστική απόδοση της μύτης, του στόματος και των αυτιών. Τα μάτια αποδίδονται ζωγραφικά, ενώ υπάρχουν και άλλα ίχνη ζωγραφικής στο πρόσωπο. Από παριανό μάρμαρο. Βρέθηκε στην Αμοργό. Πρωτοκυκλαδική ΙΙ περίοδος (Φάση Κέρου-Σύρου, 2800-2300 π.Χ.)
|
αυτή τμήμα του νησιού, ήταν γνωστή ως Καστρί και ήταν εποικισμένη από Ναξίους. Η Μινώα, που το όνομά της μας κάνει να υποθέτουμε πως, αρχικά, ήταν δημιούργημα των Μινωιτών Κρητών, και που τα ερείπιά της βρίσκονται πάνω από τα Κατάπολα, είχε εποικιστεί από Σαμίους. Ο τρίτος οικισμός, κοντά στο σημερινό θέρετρο της Αιγιάλης (και αυτός με το ίδιο όνομα) είχε εποικιστεί από αποίκους της Μήλου. Γενικά η αρχαιολογική σκαπάνη έχει φέρει στο φως οικισμούς, νεκροταφεία καθώς και 12 ακροπόλεις.
Ο μεγάλος αριθμός των μικρών έργων τέχνης (κεραμικά, μεταλλικά έργα, μαρμάρινα ειδώλια) που ανακαλύφθηκαν στο νησί αποδεικνύει την πολιτισμική πρόοδο της Αμοργού, παράλληλα αποδεικνύει ότι αυτό το μικρό νησάκι είχε αναπτύξει έντονη εμπορική δραστηριότητα με τα υπόλοιπα Κυκλαδονήσια και τη Κρήτη.
Στο τέλος της Κυκλαδικής περιόδου ο ρόλος της Αμοργού στα αιγαιοπελαγίτικα τεκταινόμενα περιορίστηκε: η Αμοργός αποικίστηκε από τους Κρήτες και μετετράπη σε μια εμπορική στάση υπό τον έλεγχο των νέων αρχηγών.
Κατά τα Αρχαϊκά Χρόνια (7ος 6ος αι. π.Χ.) η Αμοργός περιήλθε στους Ίωνες και οι τρεις πόλεις της Μινώα, Αιγαιάλη, Αρκεσίνη γνώρισαν σημαντική ακμή.
Κατά τα Κλασικά Χρόνια (5ος 4ος αι. π.Χ.) οι τρεις αυτές πόλεις λειτουργούσαν ως Ομοσπονδία, παρήγαγαν διάφορα προϊόντα και επιδίδονταν στο εμπόριο και στη ναυτιλία. Η Αμοργός συμμετείχε ενεργά στους Περσικούς Πολέμους και στη Μάχη της Σαλαμίνας (480 π.Χ.) παρείχε ένα καράβι από τον στόλο της. Το 478 π.Χ. τάχθηκε υπέρ της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Ο ποιητής Σιμωνίδης, αυτός που έγραψε το περίφημο επίγραμμα στον Τύμβο των 300 στις Θερμοπύλες, ήταν γεννημένος στην Αμοργό. Μετέπειτα η Αμοργός, όπως και όλες οι Κυκλάδες, έχασε την αυτονομία της και αναγκάστηκε να πληρώνει ετήσιο φόρο στους Αθηναίους. Το 337 π.Χ. η Αμοργός περιήλθε στους Μακεδόνες και αργότερα στους Πτολεμαίους της Αιγύπτου. Μετά τον 2ο αι. π.Χ. την εξουσία ανέλαβαν οι Ρωμαίοι. Όμως ακόμη και κατά τη διάρκεια της Ρωμαϊκής ηγεμονίας οι τρεις περίφημες πόλεις της Αμοργού συνέχισαν να είναι παραγωγικές και ισχυρές. Τότε αναπτύχθηκε και η πειρατεία που ακολουθούσε τα σκαμπανεβάσματα της ισχύος της Ρώμης: όταν αυτή έπεφτε, η πειρατεία ανέβαινε, και αντίστροφα.
Μετά τη παρακμή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας η αίγλη της Μινώας, της Αιγιάλης και της Αρκεσίνης έφθινε: σταδιακά έχασαν την ισχύ τους και καταστράφηκαν. Την περίοδο αυτή έκανε την εμφάνισή του ο χριστιανισμός. Οι πρώτες εκκλησίες χτίστηκαν στα Κατάπολα.
Η Χώρα αναπτύχθηκε στο ορεινό κέντρο της Αμοργού κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής Περιόδου με σκοπό την προστασία των κατοίκων από τις πειρατικές επιδρομές. Αλλά και οι ορεινοί οικισμοί πάνω από την παραλιακή Αιγιάλη, η Λαγκάδα και τα Θολάρια, γι’ αυτό τον σκοπό χτίστηκαν. Τον 10ο αι. οι συνθήκες διαβίωσης είχαν βελτιωθεί αισθητά. Παράλληλα η δράση των πειρατών είχε προσωρινά ελαττωθεί λόγω της ανασταλτικής δράσης της ισχυρής Βυζαντινής διακυβέρνησης.
Το 1088 ιδρύθηκε η περιώνυμη Μονή της Παναγίας Χοζοβιώτισσας από τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα Αλέξιο Κομνηνό. Το 1207, τρία χρόνια μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, η Ενετική οικογένεια των Γκίζι ανέλαβε την εξουσία στον τόπο. Δεν είχαν όμως την δύναμη να προστατεύσουν την Αμοργό από τους πειρατές μια και η Ενετική προστασία αναγκαστικά περιοριζόταν σε οχυρωμένους οικισμούς, όπου μπορούσε να παραμένει ισχυρή μόνιμη φρουρά, και αυτοί στήνονταν σε μέρη με μεγάλη οικονομική σημασία για την Γαληνοτάτη. Έτσι, τους επόμενους δύο αιώνες πολλοί Αμοργινοί μετανάστευσαν σε ασφαλέστερα μέρη της Κρήτης.
Το 1537 ο τουρκικός στόλος του Χαϊρεδδίν Βαρβαρόσσα κατέλαβε, μετά από το σύνολο σχεδόν των νησιών του Αιγαίου, και την Αμοργό. Όταν τα δάκρυα από τις σφαγές και τον εξανδραποδισμό των κατοίκων της στέγνωσαν, η Αμοργός μετετράπη σε μια αυτοδιοικούμενη δημοκρατία που ήταν αναγκασμένη να πληρώνει φόρους στον Σουλτάνο.
Στις αρχές του 19ου αι. αρκετοί κάτοικοι της Αμοργού έγιναν μέλη της Φιλικής Εταιρείας και προετοίμασαν το έδαφος για την Επανάσταση του '21. Παράλληλα οι Αμοργιανοί φιλοξένησαν στην πατρίδα τους πολλούς πρόσφυγες που είχαν εγκαταλείψει το τόπο τους για να διαφύγουν από τα αντίποινα των Τούρκων.
Το 1835 δημιουργήθηκε ο Δήμος Αμοργού, στο ανατολικότερο σύνορο του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους. Εδώ, χάρη στη πρωτοβουλία της Ιεράς Μονής Χοζιοβιώτισσας, λειτούργησε ένα από τα πρώτα σχολεία της απελευθερωμένης πλέον Ελλάδας. |
|