Τα Αρχοντικά φτιάχτηκαν την εποχή της μεγάλης ακμής της Σιάτιστας, σημάδια αδιάψευστα της πλούσιας και πολύβουης ζωής της πόλης στους 18ο και 19ο αιώνες. Χτισμένα από συντεχνίες – τα περιπλανώμενα σινάφια ή ασνάφια– Ηπειρωτών και Μακεδόνων μαστόρων, τα σπίτια αυτά είναι γέννημα των αναγκών του τόπου και αντανακλούν ταυτόχρονα επιρροές από τις χώρες όπου, τόσο οι κτήτορές τους, όσο και οι κατασκευαστές τους, ταξίδεψαν. Τριάντα περίπου απ’ αυτά σώζονται ακόμη και σήμερα με εμφανή όμως τα σημάδια της εγκατάλειψης και των αυθαίρετων επισκευών και προσθηκών.
Είναι τριόροφα, με επιβλητική όψη, περίκτιστη δομή και πλούσιο εσωτερικό διάκοσμο. Ισχυροί τοίχοι, με πολεμίστρες και ψηλά ‘παρατηρητήρια’ (τα σαχνισιά), επιβλητικές και ασφαλισμένες πόρτες, παράθυρα και σιδεριές. Μόνο ψηλά, τα πολύχρωμα ‘βιτρό’ και οι σοφατισμένοι (μερικοί ζωγραφισμένοι κιόλας) τοίχοι του δεύτερου ορόφου κάνουν τον επισκέπτη να υποψιαστεί τη μεγαλύτερη ομορφιά που κρύβουν στο εσωτερικό τους αυτές οι ‘αητοφωλιές’.
Τα αρχοντικά που έχουν διασωθεί μοιάζουν μεταξύ τους. Είναι ορθογώνια, σε σχήμα ‘Π’ ή ‘Γ’, και η πρόσοψή τους είναι μεσημβρινή. Πριν μπούμε, τα κοιτάμε από μικρή απόσταση ακόμα μία φορά. Τα περιτριγυρίζουν ψηλοί αυλότοιχοι. Οι τοίχοι των ίδιων των σπιτιών είναι χτισμένοι με ασβεστολίθαρα και ξυλοδεσιές. Οι εξώπορτες είναι δίφυλλες, ενισχυμένες με ‘θυροκάρφια’. Χτυπάμε το ‘τσκαλιστήρι’, το ρόπτρο, το κουδούνι, και το πνεύμα των παλαιών αφεντικών του σπιτιού μας ανοίγει.
Μπαίνουμε στο ‘νουβρό’, δηλαδή την ξέσκεπη, υπαίθρια αυλή. Εδώ υπάρχει ο φούρνος, το μαγειριό, οι χώροι για τα ζώα και ίσως κάποιο πηγάδι ή στέρνα. Την εικόνα συμπλήρωναν πράσινοι κήποι με λουλούδια, γλάστρες και κληματαριές που περιέβαλαν το σπίτι. Νουβρό δεν είχαν όλα τα σπίτια. Από το νουβρό, και η θύρα που οδηγεί στο σπίτι είναι ενισχυμένη με θυροκάρφια και ασφαλισμένη εσωτερικά με αμπάρα, που λέγεται ‘διάδρομος’. Αυτή ο θύρα ανοίγει σε ένα χώρο, τη 'μεσιά' ή 'εμπατή', που είναι ο χώρος που γύρω του οργανώνεται η κυκλοφορία στο σπίτι. Η μεσιά αντιστοιχεί στα εστεγασμένα ταβλωτά των βυζαντινών σπιτιών, τα ‘δρύφρακτα’.
Στο ισόγειο (καμιά φορά ημιυπόγειο) είναι το ‘μαγαζί’ του σπιτιού, δηλαδή η αποθήκη για τα λάδια, τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές, ή ακόμα και τα εμπορεύματα που εμπορευόταν ο νοικοκύρης, το ‘κατώι’ με τα ‘βαγένια’, δηλαδή τα βαρέλια του κρασιού, το ‘πουστάβι’, όπου θα πατηθούν τα σταφύλια και θα βγει ο μούστος. Δύο σκάλες οδηγούν, η δεξιά στον πρώτο όροφο, το ‘μετζοπάτωμα’, (με το 'ηλιακό' και τα 'χειμωνιάτικα') και η αριστερή στο δεύτερο πάτωμα (που λέγεται 'όροφος'). Ανεβαίνοντας τη δεξιά πέτρινη σκάλα βρισκόμαστε σε έναν ανοιχτό διάδρομο, που περιβάλλει από τρεις πλευρές τη μεσιά, σαν εσωτερικός εξώστης, και φέρει προστατευτικά κάγκελα. Στο διάδρομο αυτό βγαίνουν τα δωμάτια του πρώτου ορόφου, τα οποία καταλαμβάνουν τις τέσσερις γωνίες του. Είναι τα χειμωνιάτικα δωμάτια, οι ‘οντάδες’, με τα μεγάλα ντιβάνια σε σχήμα ‘Π’, τα ‘μεντερλίκια’ ή ‘μιντέρια’. Στη βορεινή πλευρά, ανάμεσα στα δωμάτια και ένα σκαλί ψηλότερα, υπάρχει χώρος επενδυμένος, ακόμα και στο ταβάνι, με ξύλο, ο ‘τηλιακός’ ή ‘ηλιακός’ ή ‘ντηλιακός’. Τα σανιδώματα του τοίχου καλύπτονται με πολύχρωμα σχέδια, μερικές φορές έκγλυφα, ενώ το ταβάνι είναι ξυλόγλυπτο. Ολόγυρα βλέπουμε σκαλιστά κάγκελα και λεπτές κολώνες που χωρίζου τον Ντηλιακό από το διάδρομο. Οι κολόνες συνδέονται στο πάνω μέρος τους με ελαφρά τόξα. Φως μπαίνει από δύο ή τρία παράθυρα. Εδώ, στον τηλιακό, το πιο ωραίο από τους χώρους του σπιτιού, οι νοικοκυραίοι δέχονταν τους επισκέπτες στις γιορτές. Ας ανεβούμε τώρα από την αριστερά σκάλα, στον όροφο με τη μεγάλη σάλα που λέγεται 'ανώι'. Εδώ μας περιμένουν, στις τέσσερις γωνιές του σπιτιού, τα καλοκαιρινά δωμάτια, οι ‘μπας οντάδες’ και ο ‘καφέ-οντάς’. Προεξοχές που φωτίζονται από παράθυρα και από φεγγίτες με βιτρό, που λεγονται 'σαχνισιά', έχουν και το ανώι και τα μεσημβρινά δωμάτια. Ανάμεσα στους οντάδες που βρίσκονται αριστερά από το ανώι, μεσολαβεί διάδρομος που οδηγεί στο 'αναγκαίο', το οποίο κατά κανόνα εξωτερικά προεξέχει. Στο δεύτερο όροφο η διακόσμηση είναι επιβλητική, σε ένα πυκνό συνδυασμό διαφορετικών υλικών, χρωμάτων, ανεικονικών σχεδίων και παραστάσεων. Το φως που μπαίνει, και από τα παράθυρα αλλά και από τους πολύχρωμους φεγγίτες, πέφτει πάνω στα βαμμένα με ζωηρά χρώματα σανιδώματα των τοίχων, στα ζωγραφιστά ντουλάπια (‘μισάντρες’ ή ‘μεσάντρες’), στις πλούσιες παραστάσεις των τοίχων και στα ξυλόγλυπτα αλλά και ζωγραφισμένα με έντονα χρώματα ταβάνια. Ο όροφος αυτός είναι ο ωραιότερος και επιβλητικότερος του σπιτιού, γιατί είχε ως προορισμό να χρησιμοποιείται για χορούς και κοινωνικές εκδηλώσεις.
Τί παριστάνουν, τελοσπάντων, όλα αυτά τα σχέδια; Μοτίβα από την ελληνική Μυθολογία, εικόνες από τα ταξίδια των Σιατιστινών πραματευτάδων στα λιμάνια της Αδριατικής και της Μαύρης Θάλασσας, ζώα, φυτά, σκηνές από κυνήγι, και όλα αυτά (και πολλά άλλα), πλαισιωμένα από δέσμες λουλουδιών, αγγελάκια και πολλούς καρπούς της γης, σύμβολο πλούτου και υγείας. Κάποιο επίγραμμα στο τζάμι, γιρλάντες, ρόδακες, ανθέμια. Και πάλι πανέρια, στεφάνια, γεωμετρικά σχήματα, κάποιος δικέφαλος αετός ή κάποιος σταυρός πάνω από τα τζάκια, και, στα ταβάνια, σκαλιστοί και χρωματιστοί τετράγωνοι, εξάγωνοι, κυκλικοί και ορθογώνιοι κουμπέδες ή ταβλάδες - που λέγονταν και νουφαλοί (=ομφαλοί).
Τί να έκρυβαν, άραγε, οι χρωματιστές μισάντρες; Τα ρούχα και τα υφαντά, τα στρωσίδια, και τις βελέντζες. Αλλά και τα τρόφιμα, τα γλυκά και τα σκεύη του νοικοκυριού. Και τα φλουριά και τα κοσμήματα των νοικοκυραίων –αυτά μέσα σε αληθινές κρύπτες – και κάθε τι που καλό ήταν να μην είναι σε κοινή θέα. Εδώ κρύβονταν και οι άντρες σε στιγμές κινδύνου, ο δυνάστης είχε πάρει πλούσιο μπαχτσίς για να αφήνει τον κόσμο στην ησυχία του, αλλά τα γυρίσματα των καιρών έκρυβαν κινδύνους. Μερικοί μάλιστα λένε πως γι’ αυτό ονομάστηκαν έτσι, μισάντρες, μεσάντρες, γιατί είχαν μέσα κάποιον άντρα! Υπάρχουν και παραδόσεις πως μέσα από αυτές ξεκινούσαν λαγούμια περίπλοκα που οδηγούσαν τον κυνηγημένο στην ασφάλεια κάποιας από τις διπλανές αυλές ή στους παρακάτω δρόμους.
Από τα Αρχοντικά που έχουν διασωθεί, ορισμένα έχουν χαρακτηριστεί διατηρητέα. Τί σημαίνει «διατηρητέα» για την κοινή λογική και τί για το κράτος δεν είναι αναγκαστικά το ίδιο πράγμα. Για τις αρχές μπορεί να σημαίνει πως το κτήριο θα αφεθεί να πέσει μόνο του, κάτω από το βάρος των αιώνων και της εγκατάλειψης. Κάποιος Υπουργός Πολιτισμού ή κάποιος Γενικός Γραμματέας στο παρελθόν έστερξαν, για κάποιο λόγο, να χρυσοπληρώσουν το ακίνητο που ήταν, έτσι και αλλιώς, άχρηστο για τους ιδιοκτήτες του. Επειδή, όμως, αυτές οι εξαγορές δεν γίνονται στα πλαίσια κάποιου αυστηρού προγραμματισμού, η λογική του "Πάρτο και άστο να υπάρχει" συνήθως, εκ των πραγμάτων, καταλήγει στο "Πάρτο και άστο να καταρρέει"! Βλέπετε χρειάζεται να διαθέσεις πόρους για να συντηρήσεις και να αναδείξεις ένα Αρχοντικό!
Όπως και αν είναι, ας επισκεφθούμε τα περήφανα αυτά κτίσματα και ας ενώσουμε τη φωνή μας υπέρ της διάσωσής τους. Ανάμεσα σε αυτά, τα πιο ονομαστά είναι ‘της Πούλκως, ή αρχοντικό Πουλκίδη’, ‘του Νερατζόπουλου’ και ‘του Μανούση’. Χτίστηκαν, και τα τρία, στα μέσα του 18ου αιώνα. Το πρώτο είναι στον κάτω συνοικισμό, στη Γεράνεια, το δεύτερο στην πλατεία «Τρία Πηγάδια», στη Χώρα, και το τρίτο βρίσκεται στην περιοχή Μπούνος στη Χώρα. Τα αρχοντικά Χατζημιχαήλ (ιδιοκτησίας Κανατσούλη-Τζώνου) και της κυρά-Σανούκως, είναι, επίσης, άλλα τρία αρχοντικά που αξίζει κανείς να επισκεφθεί, όπως και αρκετά άλλα. Ανάμεσα σε αυτά, ακόμα και αν οι τοπικές αρχές (για δικούς τους λόγους) σας αποθαρρύνουν, αξίζει οπωσδήποτε να επισκεφθείτε και το καύχημα του τοπικού Πολιτιστικού Συλλόγου "Μαρκίδες Πούλιου" (γι' αυτούς γράφουμε και αλλού): μιλάμε για το "αρχοντικό" του Δόλγκηρα, ένα υψηλής αισθητικής πολιτισμικό μουσείο, με αντικείμενα όλα εποχής! Το κτήριο σώθηκε κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή από τα νύχια της εγκατάλειψης! Τα παιδιά του Συλλόγου θα σας ξεναγήσουν με μεγάλη τους ευχαρίστηση. Αν δεν τα καταφέρετε, δεν πειράζει, υπάρχει και το σχετικό Άλμπουμ μας! |