Ήδη από τον 18ο αιώνα, η αρχαιολογική σκαπάνη έφερνε στην επιφάνεια αγάλματα που είχαν ίχνη χρώματος. Επιβεβαιώθηκαν έτσι διάφορες αρχαίες πηγές που ανέφεραν για τον χρωματισμό των αγαλμάτων και των αρχιτεκτονικών μελών των ναών και των οικοδομημάτων. Οι υποψίες έγιναν βεβαιότητα από την ανακάλυψη μεγάλου αριθμού Κορών στην Ακρόπολη της Αθήνας στο τέλος ου 19ου αιώνα. Αναθήματα στον Αρχαϊκό ναό της Αθηνάς Πολιάδος, οι Κόρες ήταν δημιουργήματα του δεύτερου μισού του 6ου αι. π.Χ., πολλές προς το τέλος αυτής ης περιόδου. Όταν οι Πέρσες κατέστρεψαν την Αθήνα το 480 π.Χ., κατέστρεψαν και τα ιερά αναθήματα. Μετά την νίκη των Ελλήνων και την αποχώρηση των Περσών, οι ναοί επισκευάστηκαν και, λίγο αργότερα, άρχισε η ανέγερση του Παρθενώνα από τον Φειδία. Οι κατεστραμμένες κόρες καταχώστηκαν, οπότε η επίδραση των στοιχείων της φύσης συντελέστηκε μόνο για διάστημα λίγων δεκαετιών. Όταν ήρθαν στην επιφάνεια η επίχρωσή τους ήταν καταφανής. (Δείτε και το Άλμπουμ μας για το Παλαιό Μουσείο της Ακρόπολης). Ξεκίνησε τότε μία προσπάθεια να αναπαραχθούν τα αγάλματα, με τη μορφή εκμαγείων, τα οποία και χρωματίζονταν με όσο το δυνατόν πιστότερη μίμηση του χρωματισμού των πρωτοτύπων.
Οι τεχνικές της εποχής, όμως, λίγο μπορούσαν να προσεγγίσουν το χρώμα που είχε καταστραφεί. Σήμερα, ισχυρός φωτισμός με υπεριώδεις ακτίνες και ίσχυρός πλάγιος φωτισμός αποκάλυψαν πολύ περισσότερες λεπτομέρειες. Με βάση αυτά τα στοιχεία, ήδη από το 1982, το πανεπιστήμιο του Μονάχου έκανε σειρά ερευνών για τον επιχρωματισμό των αρχαίων γλυπτών. Από τα επιζωγραφισμένα αντίγραφα που έγιναν για πειραματικούς λόγους, 21 εκμαγεία παρουσιάστηκαν στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου το 2004 και στη συνέχεια και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Είναι ακριβώς αυτά που εκτίθενται σε αυτή την έκθεση, με επιπρόσθετο ενδιαφέρον το γεγονός πως δίπλα στα επιχρωματισμένα εκμαγεία παρουσιάζονται και 51 πρωτότυπα έργα του Μουσείου. Η Έκθεση «προεκτείνεται» και στις υπόλοιπες αίθουσες του Μουσείου, με τον επισκέπτη να προσελκύεται, με κατάλληλη σήμανση, σε εκείνα ακριβώς από τα εκθέματα που έχουν υπολείμματα χρωστικών ουσιών.
Όπως ανέφερε στα εγκαίνια της έκθεσης ο Βίντσεντζ Μπρίνγκμαν, επικεφαλής της ομάδας του Πανεπιστημίου του Μονάχου "σας προσφέρουμε ένα πείραμα ή μάλλον μια προσέγγιση της εικόνας των αρχαίων χρωμάτων ως ζωγραφιά πάνω στο μάρμαρο". Δεν είμαστε βέβαιοι πως οι προτεινόμενοι χρωματισμοί είναι πιστή αναπαραγωγή των πρωτοτύπων. «Πολλά τα ερωτήματα για τη ζωγραφική των αρχαίων ελληνικών μαρμάρινων μνημείων» είπε ο κ. Καλτσάς, ο διευθυντής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και υπεύθυνος του εγχειρήματος. Ποιά ήταν η εφαρμογή του χρώματος επάνω τους; Μήπως οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν αντιρεαλιστικά χρώματα, γιατί ο θεατής τα έβλεπε από μακριά; Ποιές τεχνικές χρησιμοποιούσαν; Μήπως έκαναν ανάμιξη των βασικών χρωμάτων που χρησιμοποιήσαμε στα αντίγραφα, οπότε το αισθητικό αποτέλεσμα θα ήταν τελείως διαφορετικό; Από τα ίχνη του χρωματισμού που αποκαλύπτει η έρευνα, είναι αδύνατον να συμπεράνουμε αν οι χρωστικές ουσίες ήταν καθαρές ή σε ανάμιξη! Η αρχαιολογία, μαζί με άλλες επιστήμες και παράλληλα με την τεχνολογία, ίσως φτάσουν σε σημείο κάποια μέρα να μας δώσουν περισσότερες πληροφορίες για την πολυχρωμία των αρχαίων μαρμάρινων μνημείων.
Ποιά, όμως, υπήρξε η αισθητική αντίδραση των επισκεπτών της Έκθεσης; Είναι αλήθεια πως προκάλεσε σοκ! «Σαν μικι-μάους είναι», είπε κάποια κυρία. «Σιγά να μην ήταν έτσι ζωγραφισμένα που να βγάζουν μάτι!», διαμαρτυρόταν άλλος. Περίεργη η πορεία των πολιτών αυτής της χώρας στην προσέγγιση των καλλιτεχνικών θησαυρών της Αρχαιότητας: Από τις ομαδικές διαμαρτυρίες των μαθητών, όταν στις μαθητικές, εκπαιδευτικές υποτίθεται, εκδρομές, προγραμματίζεται και κάποια επίσκεψη σε αρχαιολογικό χώρο, φτάνουμε, σιγά-σιγά, «ανεπαισθήτως», να αποκτούμε μαρμάρινα πόδια, έτσι όπως αυξάνει η επίγνωσή μας πως, όπου και να πατήσουμε στην πανάρχαια γη μας, πατάμε πάνω σε θαμμένα αγάλματα. Και τώρα, μετά από αυτή την Έκθεση, πρέπει να ξανατοποθετηθούμε! Η μινιμαλιστική αισθητική του απέριττου λευκού λες μας βόλευε, γιατί έτσι μπορούσαμε να «συνδιαλεγόμαστε» με τις ψυχές των προγόνων μας. Ζωντανοί προς νεκρούς. Μεγαλοπρεπείς μεν, όμως νεκροί. Ξαφνικά, επισκεπτόμενοι την Έκθεση, βρεθήκαμε μέσα στην Αγορά τους και τους Ναούς τους, υποχρεωθήκαμε να τους κοιτάμε κατάματα, πολύχρωμους, όχι μόνο τους θεούς, όπως στον τίτλο της Έκθεσης, παρά και τους ανθρώπους, στον πλούτο τους και στη φτώχεια τους, στις αδυναμίες τους και στην αυτοθυσία τους, στη λατρεία των θεών τους και στις συμφορές τους. Ζωντανοί προς ζωντανούς! Με την εφιαλτική αμφιβολία να κατατρώει την καταναλωτική μας οίηση: «Ποιοί είναι, αλήθεια, οι περισσότερο ζωντανοί;»
(Κείμενο: Μιχάλης Τζιώτης)